- λιθοκοράλλια ή σκληρακτίνια
- (madreporaria ή scleractinia). Τάξη κνιδοζώων της ομοταξίας των ανθοζώων. Πρόκειται για οργανισμούς συγγενικούς με τις θαλάσσιες ανεμώνες, με τη διαφορά ότι εκκρίνουν ένα σκληρό ασβεστολιθικό εξωσκελετό. Το ιδρυτικό άτομο της αποικίας εκκρίνει ασβέστιο από το κατώτερο τμήμα του μίσχου και του ποδικού δίσκου, μέχρις ότου σχηματίσει μια πλάκα που προσκολλάται στον θαλάσσιο βυθό. Πάνω σε αυτήν σχηματίζονται διάφορα ακτινοειδή διαφράγματα και ένα κυκλικό περίβλημα που σχηματίζει ένα είδος κάλυκα προσκολλημένου στο ζώο, μέσα στον οποίο είναι σε θέση να κρυφτούν τα λ. κατά το μεγαλύτερο μέρος τους. Τα περισσότερα λ. είναι αποικιακά, με πολύποδες μικρών διαστάσεων (1-3 χιλιοστά), μερικά όμως από αυτά –για παράδειγμα το γένος Fungia– ζουν ως μεμονωμένα άτομα. Τρέφονται με ζωοπλαγκτόν ή μικρά ψάρια, ανάλογα με το μέγεθός τους, τα οποία συλλαμβάνουν με τις κεραίες τους.
Η αναπαραγωγή μπορεί να είναι αγενής ή εγγενής. Στην πρώτη περίπτωση, πραγματοποιείται με εκβλάστηση ή με επιμήκη διαίρεση, δημιουργώντας ένα νέο άτομο, το οποίο στην αρχή είναι μαλακό και έπειτα σχηματίζει έναν κάλυκα συνενωμένο με τον μητρικό σκελετό. Ο τρόπος αναπαραγωγής επιδρά στη μορφολογία των λ., η οποία μπορεί να είναι: ελασματοειδής, αν το επίπεδο εκβλάστησης ή διαίρεσης είναι προς μία κατεύθυνση· κλαδωτή, αν αυτό αναπτύσσεται προς όλες τις κατευθύνσεις, όπως στην περίπτωση των λ. των γενών Dendrophyllia και Acropora ή Madrepora· ογκώδης, όπως συμβαίνει στο γένος Astrepora, αν οι χώροι μεταξύ κλάδων είναι γεμάτοι με ασβεστολιθική ουσία· μαιανδρική, όπως στην οικογένεια meandrinidae, αν οι κάλυκες των διαφόρων ατόμων συγκλίνουν σε ελικοειδείς αύλακες. Τα λ. –στη ζωτικότητα των οποίων μπορεί να ασκούν αποφασιστική επίδραση η αλμυρότητα, η θερμοκρασία, η διαύγεια, το βάθος του νερού και ο κυματισμός του που ευνοεί την οξυγόνωση– είναι ιδιαίτερα διαδεδομένα στις τροπικές και υποτροπικές θάλασσες, όπου συμμετέχουν στον σχηματισμό των κοραλλιογενών υφάλων.
Διακλαδωτή αποικία λιθοκοραλλίων, τυπική των θερμών υδάτων.
Dictionary of Greek. 2013.